Οικογένεια: Amaryllidaceae
Περιγραφή
Πρόκειται για ένα πολυετές, ποώδες είδος που προέρχεται από τη Νότια Αφρική, όπου φύεται κυρίως σε ανοικτές, ξηρές τοποθεσίες. Αποτελεί ένα γεωφυτικό είδος χειμερινής ανάπτυξης, το οποίο διαθερίζει με τη μορφή βολβού. Το πλούσιο φύλλωμά του, το οποίο εμφανίζεται μετά την ολοκλήρωση της άνθισης, αποτελείται από πολυάριθμα φύλλα που έχουν επίμηκες ωοειδές-ταινιωτό σχήμα, στιλπνό πράσινο χρώμα και φέρονται σε αψιδωτούς θυσάνους ύψους 30 έως 40 cm και μήκους 70 έως 90 cm. Τα εξαιρετικά μεγάλα, αρωματικά άνθη του έχουν απαλό ροζ έως φούξια χρώμα και εμφανίζονται πριν την έκπτυξη του φυλλώματος μεταξύ Αυγούστου και Οκτωβρίου, φερόμενα σε ταξιανθίες επάκρια ψηλών, ισχυρών στελεχών ερυθροϊώδους-πράσινου χρώματος και ύψους έως 1 m που εκφύονται από τη βάση του φυτού.
Καλλιέργεια
Είναι φυτό σχετικά γρήγορης ανάπτυξης, ιδιαίτερα σκληρό, ευπροσάρμοστο κι ανθεκτικό σε μεγάλο εύρος συνθηκών. Αναπτύσσεται εξαιρετικά σε προσήλιες, φωτεινές θέσεις, ακόμα και στα θερμότερα και ξηρότερα κλίματα. Προτιμά τα ελαφριά, πλούσια, εξαιρετικά στραγγερά αμμώδη έως αμμοπηλώδη εδάφη, όπου ο καλός αερισμός του ριζώματος είναι θεμελιώδης για την επιτυχή εγκατάσταση του φυτού. Αντέχει σε ελάχιστες θερμοκρασίες μέχρι - 15 °C τουλάχιστον, χάνοντας μόνο μικρό μέρος του φυλλώματός του, αρκεί να εξασφαλίζεται η παραμονή του ριζώματος σε στραγγερό, μη κατακλυζόμενο από νερό έδαφος. Πρόκειται για φυτό εξαιρετικά προσαρμοσμένο στην παροδική ξηρασία, ενώ είναι ανθεκτικό στις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού, ιδιαίτερα όταν προστατεύεται από τον έντονο μεσημεριανό ήλιο. Απεχθάνεται την έντονη, παρατεταμένη υγρασία, η οποία συνδέεται με την σήψη του ριζώματος και την εξασθένιση του φυτού. Φυτό με σχεδόν μηδαμινές καλλιεργητικές απαιτήσεις μετά την εγκατάστασή του, το οποίο μάλιστα σχηματίζει αργά αυξανόμενες συστάδες. Συνίσταται να χορηγείται λίπασμα χαμηλό σε άζωτο στα τέλη του χειμώνα και αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ανθοφορίας, προκειμένου να εξασφαλιστεί η εύρωστη ανάπτυξη των φυτών. Πολλαπλασιάζεται με διαχωρισμό των βολβιδίων που δημιουργούνται γύρω από το μητρικό φυτό, καθώς και από φρέσκους σπόρους, οι οποίοι θα πρέπει να σπαρθούν έως τα τέλη του φθινοπώρου.
Χρήσεις
Ένα από τα πιο θεαματικά γεώφυτα της Νότιας Αφρικής, το οποίο ξεχωρίζει από τα συγγενικά ιππέαστρα, τα οποία είναι κοινώς γνωστά ως αμαρυλλίδες, για το έντονο άρωμα των εντυπωσιακών ανθέων του, την εμφάνιση του φυλλώματος μετά την ολοκλήρωση της άνθισης και την εξαιρετικά ανθεκτικότητα σε ξηρές, θερμές συνθήκες. Συνίσταται ιδιαίτερα για τη φύτευσή του σε παρτέρια και άλλες ομαδικές φυτεύσεις, για την συμμετοχή του σε χαμηλές μπορντούρες πολυετών, καθώς και για τον εμπλουτισμό χαλικόκηπων και άλλων ξηρικών φυτεύσεων με Μεσογειακό χαρακτήρα. Εξαιρετική επιλογή και ως γλαστρόφυτο σε φωτεινά μπαλκόνια και βεράντες, ενώ τα άνθη μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην ανθοδετική. Τονίζεται πως όλα τα μέρη του φυτού είναι ιδιαίτερα τοξικά για τον άνθρωπο λόγω των αλκαλοειδών που περιέχουν.
Χαρακτηριστικά | |
Ύψος | |
Πλάτος | |
Ανθοφορία | |
Χρώμα | |
Ζώνη καλλιέργειας | |
Φως | |
Νερό | |
Ελάχιστη θερμοκρασία | |
Έδαφος |